'' Ένα "κλικ" είναι η σκέψη.''
Άκουγε την επίμονη κόρνα του αυτοκινήτου έξω
από το σπίτι της, συγχρόνως με τις φωνές των φίλων που μέσα από το τηλέφωνο
τριβέλιζαν το αυτί της. «Δεν φεύγουμε και δεν θα σταματήσουμε να κορνάρουμε, αν
δεν έρθεις μαζί μας», της έλεγαν. Και συνέχιζαν να γελούν και να την
παροτρύνουν να κατέβει.
Βαριότανε πολύ σε εκθέσεις
φωτογραφίας και σπάνια τους ακολουθούσε κάθε φορά που κανόνιζαν τέτοιες
εξορμήσεις. Όμως, δεν είχε κάτι καλύτερο να κάνει κι έτσι, είπε άκεφα ένα «o.k.», έκλεισε το κινητό της πήρε την
τσάντα της και τα κλειδιά της και κατευθύνθηκε προς την ανέμελη παρέα. Άλλωστε
ήξερε πως θα ακολουθούσε ένα ποτό στο αγαπημένο της στέκι και ίσως η τζαζ μουσική
που έπαιζαν στο μαγαζί, να ήταν η αφορμή που δεν θα μετάνιωνε τελικά γι’ αυτήν
την απρογραμμάτιστη έξοδό της.
Φτάσανε στο χώρο όπου εκθέτονταν
φωτογραφίες της φωτογραφικής ομάδας «Στιγμές», μεταξύ των μελών της οποίας ήταν
και όλη η παρέα της. Είχαν προηγηθεί τα εγκαίνια δυο μέρες πριν, και η αλήθεια
είναι πως, δεν είχε σκοπό να πάει αν δεν την είχαν «απαγάγει» με αυτόν τον
ανορθόδοξο τρόπο οι φίλοι της.
Ο κόσμος την ξάφνιασε. Δεν
περίμενε πως μια ερασιτεχνική ομάδα που ασχολείται με την φωτογράφιση και την
φωτογραφία, η οποία έχει ωστόσο επαγγελματίες δάσκαλους και η οποία, επίσης,
συχνά παρακολουθεί σεμινάρια από γνωστούς παγκόσμιας εμβέλειας επαγγελματίες
του είδους, θα προσέλκυε τόσο κόσμο. Οι φωτογραφίες, τοποθετημένες με επιμέλεια
ανά θεματική ενότητα, σχεδόν δεν άφηναν να φανεί το χρώμα του τοίχου. Πολλά τα
μέλη της ομάδας, και αρκετές εκείνες που επιλέχθηκαν από κάθε μέλος της για την
εν λόγω έκθεση. Με αργά βήματα που ενίοτε σταμάταγαν για ώρα, έτσι δίχως λόγο,
προχωρούσε ανάμεσα στον κόσμο που διαρκώς σχολίαζε, ρωτούσε κι έκανε κριτική
έχοντας πάντα άποψη για όλα.
Στάθηκε μπροστά σε μια περίεργη
φωτογραφία. Ένα κολάζ χρωμάτων όπου κυριαρχούσε μια γυναικεία φιγούρα αλλοτινής
εποχής, με μια γαλάζια κορώνα στο κεφάλι. Ήτανε τόσο ξώφαλτση αυτή η φωτογραφία
με όλες τις θεματικές ενότητες! Η δε κορώνα που έστεφε την γυναικεία φιγούρα,
ήτανε λες κι ένα παιδικό χέρι την ζωγράφισε και την τοποθέτησε εκεί για κάποιον
λόγο. «Παράταιρα όλα», σκέφτηκε, «μα το αποτέλεσμα με καθηλώνει, δίχως να καταλαβαίνω
το γιατί. Κάτι αγγίζει μέσα μου αυτή η φωτογραφία, κι αυτό είναι έκπληξη για
΄μένα που, τέτοιου είδους εκθέσεις ποτέ δεν μου έλεγαν τίποτα»!
Σα να καρφώθηκαν τα πόδια της στο
πάτωμα, έμεινε εκεί να την κοιτά για ώρα. Θέλεις τα χρώματα που παραπέμπουν σε
ηλιοβασίλεμα ή σε ανατολή ηλίου? Θέλεις η καθαρή ματιά της γυναίκας και η
προσήλωσή της σε ένα σταθερό αόρατο σημείο? Θέλεις αυτή η από παιδικό χέρι
ζωγραφισμένη κορώνα που της προσδίδει μία ξεχωριστή θέση? Ξεχωριστή όμως
θέση που? Σε ποιον αθέατο κόσμο? Και ποιες αδιάβαστες σκέψεις του γυναικείου
αυτού μυαλού φυλάκισε ο φακός της μηχανής, εκείνη την μοναδική στιγμή?
Δεν ήτανε η ονειροπόληση που
την τραβούσε από το χέρι για να την παρασύρει σε ένα παραμύθι που άρχιζε να
πλέκει με τη φαντασία της. Ούτε και πως απεγνωσμένα ήθελε να δραπετεύσει από
εκεί όπου ουσιαστικά χωρίς την θέλησή της βρέθηκε. Δεν ήταν καν η αισθητική της
που κεντρίστηκε από την θέαση ετούτης της φωτογραφίας. Ήταν κάτι άλλο. Κάτι
απροσδιόριστο που την καλούσε τόσο ηχηρά, που άθελά της έκανε συνειρμούς με το
κάλεσμα των φίλων της, λίγη ώρα πριν, για να την πάρουνε μαζί τους σ’ αυτήν την
έκθεση φωτογραφίας.
Την καλούσε όμως που? Και γιατί?
Η καθημερινή κι αγαπημένη
ενασχόλησή της με την ποίηση, κάθε φορά της αποκάλυπτε συναισθήματα, πράγματα
και γεγονότα που ήδη γνώριζε και ήταν θαρρείς πως τα είχε για καιρό ξεχάσει.
Κάθε ποίημα που διάβαζε, ένιωθε πως μέσα του κρυβόταν ολόκληρη η θύμηση του
κόσμου. Αισθάνονταν πως έβρισκε τον εαυτό της και τις σκέψεις της μέσα σε κάθε στίχο,
κάθε ποιήματος. Έτσι ακριβώς ένιωσε και τώρα με την φωτογραφία αυτή που
βρίσκονταν μπροστά της κι έκρυβε θαρρείς όλα τα μυστικά κι όλα τα θαύματα του
κόσμου. Ξαφνικά, ολόκληρος ο εσωτερικός της κόσμος κι ό,τι είχε ξεχασμένο από
καιρό, ξύπνησε. Και ήταν αυτή η φωτογραφία που τράβηξε το βλέμμα της και την
καλούσε με την ηχηρή σιωπή της να θυμηθεί ποια ήταν, πως ζούσε και πόσο
ξεχωριστή θέση είχε κάποτε.
Σ’ έναν πραγματικό κόσμο. Αθέατο και
ξεχασμένο ίσως σήμερα, μα όχι όμως κι ανύπαρκτο.
Και ήταν, λοιπόν, εκείνη η βραδιά που άλλαξε
προς το καλύτερο για πάντα τη ζωή της.💕
Αυτή ήταν η συμμετοχή της Ανέσπερης για την Φωτο-Συγγραφική Σκυτάλη#4 που φιλοξενείται στη ΓΗΙΝΗ ΜΑΤΙΑ, εμπνευσμένη από την φωτογραφία που επέλεξε η Μία. Παρακάτω ακολουθεί η επιλογή της σε λέξη και φωτογραφία για τον επόμενο παίκτη που είναι η Fish Eye.
Η φωτογραφία που επιλέγω να παραδώσω την σκυτάλη,, είναι από
ένα ταξίδι μου κι ευελπιστώ να εμπνεύσει την Στέλλα που παίζει στη συνέχεια.
Έχει πολλές οπτικές γωνίες για να την προσεγγίσει, γι' αυτό
και την επέλεξα.
Η δε λέξη που της δίνω είναι : "ενασχόληση"
Ευχαριστώ πολύ!! Καλή συνέχεια!