Σελίδες
Δευτέρα 10 Μαΐου 2021
Μίνι Σκυτάλη #2 - Λήξη
Τρίτη 4 Μαΐου 2021
Ζωή στα πούπουλα!
Ζωή στα πούπουλα
‘’Πόσο όμορφη είσαι
γλυκιά μου; Όταν μεγαλώσεις, θα κάψεις εκατομμύρια καρδιές!’’
Και δώστου και ανεβοκατέβαινε η βούρτσα χτενίζοντας τα
όμορφα ξανθά μαλλιά της Νιόβης. ‘’Είσαι τόσο όμορφη που θα το δεις, όλες οι
πόρτες θα είναι ανοιχτές για σένα’’.
Αυτές ήταν κάποιες από τις φράσεις που άκουγε η Νιόβη από το
στόμα της μητέρας της κάθε πρωί και κάθε βράδυ. Μεγάλωσε με αυτές τις φράσεις,
και με άλλες ακόμα από το στόμα του πατέρα της. ‘’Τον καλύτερο γαμπρό θα σου
δώσω με τόση ομορφιά. Θα είναι γεμάτος λεφτά και θα σε έχει πριγκίπισσα.΄΄
Ο πατέρας της ένας δικηγόρος πνιγμένος στη δουλειά μια και
τα διαζύγια δεν είχαν σταματημό. Η μητέρα της μια αθεράπευτη κοκέτα σε σημείο
εμμονής, και σε συνεχή πάλη με το χρόνο, να αγωνίζεται να τον ξεπεράσει
χρησιμοποιώντας κάθε μέθοδο της επιστήμης και των ινστιτούτων για να μείνει νέα
και όμορφη.
Η εφηβεία δεν της έφερε κάτι καλύτερο από την πλευρά των
φιλενάδων της. Ο αέναος αγώνας να τραβήξουν την προσοχή του ωραίου της τάξης,
να φλερτάρουν, να βγουν, να διασκεδάσουν ανάμεσα σε ένα βουνό από σχολικά
μαθήματα.
Η ομορφιά της όντως εξελισσόταν, και εκείνη ακολουθούσε
πιστά τις γραμμές που είχαν χαράξει οι γονείς της, το περιβάλλον και οι φίλοι της.
Και τα κανάλια, οι αφίσες, τα πάντα συνηγορούσαν στο κυνήγι της ομορφιάς και της
νεανικότητας. ‘’Γήρας! Απελθέτω απ’ εμού’’, θα μπορούσες να πεις πως ήταν η
βραδινή και η πρωινή προσευχή στα στόματα αντρών και γυναικών, ανεξαρτήτως
ηλικίας.
Έτσι η Νιόβη μεγάλωνε, ψήλωνε, αποκτώντας όλη τη φρεσκάδα
των νιάτων, και την αποδοχή όλων, μόλις αντίκριζαν την ομορφιά της, χωρίς καν να
ανοίξει το στόμα της.
Την τελευταία της χρονιά στο σχολείο, ήρθε καινούργιος
καθηγητής βιολογίας. Ο Πέτρος Πλαγινός ήταν διαφορετικός καθηγητής από αυτούς
που είχε συνηθίσει. Καταρχήν είχε γράψει βιβλία, και είχε ένα όνομα, και ο
αγώνας που έκανε το σχολείο της να τον συμπεριλάβει στο διδασκαλικό προσωπικό
του, του είχε χαρίσει μια αίγλη που προηγήθηκε της παρουσίας του. Ο Πλαγινός
ενδιαφερόταν πολύ για τους νέους, σαν άτομα, σαν προσωπικότητες και πάντα
καθιστούσε γνωστή την άποψη του, πως οι νέοι είναι η ελπίδα όχι μόνο του κόσμου
αλλά και ολόκληρης της γης. Έτσι λοιπόν εξαρχής θέλησε να γνωρίσει τους μαθητές
του σαν άτομα, και αγαπούσε να κρατά ώρα από το μάθημα για να συζητά μαζί τους διάφορα
θέματα. Τα όνειρα τους, το περιβάλλον, την ευαισθησία τους απέναντι στον
άνθρωπο και τις ανάγκες του, προσπαθώντας να χειραγωγήσει τον τρόπο σκέψης τους
με σκοπό το εσωτερικό τους χτίσιμο και την διαμόρφωση χαρακτήρα. Τους τόνισε
ιδιαίτερα, πως η κάθε γενιά είναι συνέχεια όλων των προηγούμενων και ποτέ δεν
πρέπει να ξεχνάμε την αλυσίδα. Επίσης ο άνθρωπος όταν περιφρονεί τις ‘’ρίζες του’’ είναι ένα ασήμαντο ‘’τίποτα’’, ενώ
επιβάλλεται να είναι ένα σημαντικό ‘’κάτι’’.
Με αυτές τις απόψεις πήρε έγκριση από το σχολείο και στη
συνέχεια από τους γονείς, κάποια πρωινά Σαββάτου που δεν είχαν μάθημα, όσα
παιδιά ήθελαν με την εποπτεία του, να επισκέπτονται μουσεία, βιβλιοθήκες, το
πλανητάριο και ότι άλλο θα τα βοηθούσε να πλουτίσουν τον εσωτερικό τους κόσμο
και να αποκτήσουν όχι μόνο γνώσεις αλλά και παιδεία.
Τα παιδιά που τον είχαν συμπαθήσει πολύ, ενθουσιάστηκαν με
την ιδέα. Μη φανταστείτε βέβαια πως όλοι ενθουσιάστηκαν. Υπήρχαν και αυτοί που
σκέφτηκαν πως θα είχε πλάκα και θα κέρδιζαν και την εύνοια του καινούργιου
καθηγητή που έχαιρε τόσης εκτίμησης.
Η άδεια από το σπίτι της Νιόβης εννοείτο, όχι γιατί είχε μορφωμένους
γονείς, πατέρα δικηγόρο επιτυχημένο και μητέρα που κάπου είχε κάποιο πτυχίο καταχωνιασμένο
αλλά η κοινωνική της μόρφωση λόγω καταγωγής ήταν αναγνωρισμένη, απλά ήταν τόσο σίγουροι
για το σπουδαίο σχολείο που ακριβοπλήρωναν της κόρης τους που στις δραστηριότητες
που πρότειναν δεν έλεγαν ποτέ όχι. Εξάλλου δεν ήταν σικ.
Γρήγορα γύρισαν πολλά μουσεία. Το Μουσείο της Ακρόπολης,
Εθνικό Αρχαιολογικό, Νομισματικό, Βυζαντινό και Χριστιανικό, ακόμα και στο
Πολεμικό μουσείο πήγε τα παιδιά.
Και ακόμη πιο σύντομα ο αριθμός των παιδιών που συμμετείχαν
λιγόστεψε. Αυτά που έμειναν ήταν αυτά που ενδιαφέρονταν πραγματικά για όλο αυτό
το πνευματικό ταξίδι γνώσης και ιστορίας. Η Νιόβη φυσικά ήταν μέσα σε όλα μαζί
με τις φίλες της. Και ένα πρωί, παραμονές εορτών, τους πρότεινε να συνοδεύσουν
ένα σύλλογο γυναικών στο αναρρωτήριο Πεντέλης και να δώσουν δώρα στα παιδιά που
για διάφορους λόγους έχουν στερηθεί την οικογένεια, και είναι ορφανά.
Όλοι οι συμμετέχοντες μαθητές δέχτηκαν, ξαφνιασμένοι που θα
πήγαιναν σε τέτοιο ίδρυμα που δεν είχαν επισκεφθεί ποτέ ξανά. Η φιλανθρωπία στις
οικογένειες των περισσοτέρων έφτανε πάντα με ένα τσεκ που συχνά δινόταν σκέτο
και ενίοτε λόγω ημερών συνοδευόταν και από μία δεξίωση με καλό φαγητό και ποτό,
αρμόζον για εκλεκτούς καλεσμένους.
Ο κάθε μαθητής φορτωμένος δώρα για τα παιδιά, πήγε πρωί πρωί
στο σημείο του ραντεβού, που ένα πούλμαν νοικιασμένο γι’ αυτό το σκοπό θα τους πήγαινε
στον προορισμό τους.
Οι γυναίκες από τον Σύλλογο, τους μίλησαν στη διαδρομή για
το ίδρυμα και για τα παιδιά που φιλοξενούνταν σε αυτό, τους τόνισαν να είναι
πολύ διακριτικοί στη συμπεριφορά και να μη κάνουν ερωτήσεις στα παιδιά που να τους
θυμίζουν αυτό που δεν είχαν.
Η ημέρα είχε ένα μοναδικό χαρακτήρα. Η συναναστροφή με τα
αγνά πλάσματα που αδικήθηκαν από τους ανθρώπους και τη ζωή, χάραξε βαθιά την ψυχή
της Νιόβης που για πρώτη φορά ένοιωθε συναισθήματα που αγνοούσε την ύπαρξή τους.
Ζεστασιά, θαλπωρή, χαρά και ικανοποίηση για κάθε χαμόγελο που κατάφερνε να
γεννήσει μια κίνηση της, μια λέξη της, ένα χαμόγελο της, μα και η συμμετοχή στο
παιχνίδι του, στα χειλάκια ενός παιδιού.
Ο Μανωλάκης τράβηξε την προσοχή της, και παρότι της ανταπέδωσε την ειλικρινή
αγάπη που ένοιωσε μέσα της η Νιόβη γι’ αυτό το παιδί που ήταν μόλις έξι ετών,
δεν μπόρεσε να μάθει περισσότερα γι’ αυτό από τις γυναίκες του ιδρύματος. Δεν της
επέτρεψαν παραπέρα επαφή από
εκείνη τη μέρα, λέγοντας της πως δεν είναι δυνατόν να αναστατωθεί ο ευαίσθητος
και ετοιμόρροπος κόσμος της παιδικής του ψυχής.
Η Νιόβη από τότε άλλαξε. Άρχισε να παρατηρεί όλο και
περισσότερο τα πάντα, να τα αναλύει και να παρακολουθεί τον καθηγητή της με
ευλάβεια. Τον θεωρούσε σαν μέντορα της. Σαν τον εκπαιδευτικό που της άνοιξε μια
σπουδαία πόρτα για να αλλάξει οπτικές στη ζωή.
Έδωσε και εξετάσεις και τελείωσε. Ο πατέρας της ήθελε να
γίνει η κόρη του δικηγόρος ή να παντρευτεί έναν σπουδαίο κληρονόμο με καριέρα ή
επιχειρήσεις από το συνάφι τους. Η μητέρα της πάλι, ανάμεσα στις επισκέψεις της
σε σπα, αισθητικούς και πλαστικούς, έσπρωχνε την κόρη της σε ένα επάγγελμα που
να έχει να κάνει με την ομορφιά. Όπως αυτό του μοντέλου. Την έπεισε μάλιστα να
κάνει μια δοκιμαστική φωτογράφιση για να δει αν είχε φωτογένεια και κλίση για
το επάγγελμα. Συνεννοήθηκε με ένα γνωστό της Οίκο που δεν θα χαλούσε
χατίρι στην καλύτερη του πελάτισσα, να
τη βοηθήσουν για αυτήν την δοκιμή.
Και νάτη λοιπόν φορώντας ένα κομψότατο ταγιέρ με μια μινγκ
ριγμένη ανέμελα στον ένα ώμο, ένα μεγάλο καπέλο να στολίζει τα κατάξανθα μαλλιά
της, να ποζάρει σε ένα πεζοδρόμιο, μπροστά από το κτίριο του Οίκου, καπνίζοντας
ένα τσιγάρο και στημένη με τρόπο που της υπέδειχνε ο φωτογράφος. Όταν ρώτησε
γιατί πρέπει να είναι εξωτερική η φωτογράφηση αφού είναι δοκιμαστική, ο
φωτογράφος της αποκρίθηκε πως θέλει να τη δει στο φυσικό φως του μεσημεριάτικου
ήλιου.
Αργότερα σκέφτηκε πως οι ιδιόμορφες επιλογές του φωτογράφου,
πρέπει να ήταν παιχνίδι της μοίρας. Γιατί την ώρα που πόζαρε, ένα ταξί
σταμάτησε με επιβάτες ένα ζευγάρι. Φυσικά τράβηξε το βλέμμα όλων η άφιξη, και
έκαναν μια ολιγόλεπτη διακοπή, ώστε να κατέβει μια ζωηρούλα πανέμορφη ξανθιά,
αφού πρώτα έσκασε ένα ρουφηχτό φιλί στα χείλη του μεσήλικα συνοδού της που
καμάρωνε για τις ερωτικές τρυφερότητες αποχαιρετισμού της καλής του, δίνοντας της
και μια μαλακή στα οπίσθια, προκαλώντας το τσαχπίνικο γελάκι της.
Η καρδιά της Νιόβης σταμάτησε να χτυπά για λίγο όταν
αναγνώρισε τον πατέρα της στο πρόσωπο του τρυφερού εραστή συνοδού της νεαρής
πεταχτούλας. Αυτόματα γύρισε το κεφάλι της προς τα δεξιά για να
αντικρίσει το μαρμαρωμένο πρόσωπο της μητέρας της, που παρόλα τα μπότοξ και τις
πλαστικές, αυτή την στιγμή έδειχνε κατάφωρα την ηλικία του. Θα έλεγε κανείς πως
είχε πετρώσει και ένας υπέροχος γλύπτης είχε αποτυπώσει τις ρυτίδες σε όλη την
ακμή τους.
Συνήλθε γρήγορα και χαμογέλασε στη κόρη της. Η Νιόβη όμως δεν
συνήλθε τόσο γρήγορα.
Έβγαλε τη φωτογραφία και πήγε φουλαριστή να αλλάξει. Όταν
έφτασε στο σπίτι, γύρισε στη μητέρα της και της είπε πως δεν ενδιαφέρεται γι’
αυτό το επάγγελμα. Δεν συζήτησαν τίποτα για το συμβάν λες και είχαν κάνει
μυστική συμφωνία αποσιώπησης.
Ωστόσο η Νιόβη μέσα της γκρέμισε το βάθρο που είχε στήσει
τον πατέρα της. Και το επόμενο πρωί μπήκε η παύλα δίπλα στην τελεία της νέας οπτικής
της και κλειδώθηκε μέσα της, όταν έπιασε τη μητέρα της να φλερτάρει με τον νεαρό
μυώδη γυμναστή της.
Μα τι πίστευαν αυτοί οι άνθρωποι; Και τόσοι σε αυτούς τους κύκλους;
Πως είναι μεγάλοι εραστές; Πως το χρήμα και η κοινωνική τάξη καλύπτει τις αυλακιές
από τις ρυτίδες τους;
Τελείωσε! Πήρε τηλέφωνο τον καθηγητή της και του ζήτησε να
συναντηθούν μια και χρειαζόταν καθοδήγηση για το μέλλον της από ένα άτομο με
αξιοπρέπεια και που δεν ζούσε στην επιφάνεια αυτής της ζωής. Την ώρα που
κατέβασε το ακουστικό, το τηλέφωνο ξαναχτύπησε. Ήταν ένας γελοίος που ο πατέρας
της καλόβλεπε για άντρα της κόρης του.
Την καλούσε σε κάποιο πάρτι, κι εκείνη του έβαλε φραγή σε
κάθε μελλοντική πρόσκληση λέγοντας του ότι αρχίζει προετοιμασία για σπουδές και
δεν ενδιαφέρεται πλέον για ανούσιες διασκεδάσεις.
Έφυγε να συναντηθεί με τον καθηγητή της. Εκείνος την άκουσε
προσεκτικά, και ξαφνιάστηκε ευχάριστα με την απόφαση της να μη γίνει νομικός
σαν τον πατέρα της αλλά να σπουδάσει Ιατρική. Ωστόσο αυτό απαιτούσε μια
προεργασία για την αλλαγή της κατεύθυνσης και πολύ διάβασμα. Η Νιόβη του μίλησε
ειλικρινά. Του είπε πόση ευγνωμοσύνη νοιώθει για τον μοναδικό καθηγητή που
ενδιαφέρθηκε να σμιλέψει ανθρώπους με αξία κι όχι άτομα που θα βαδίσουν στα χνάρια
των πορτοφολιών και του κόσμου των δικών τους. Ο Πλαγινός ευχαριστήθηκε με
αυτά που άκουγε. Της είπε πως εκείνος απλά έκανε το χρέος του σαν εκπαιδευτικός
τιμώντας τον όρκο του και τον ρόλο που του έπρεπε. Εκείνη όμως είχε στοιχεία
που περίμεναν να βγουν στην επιφάνεια. Από όλη την ομάδα ήταν μόνο ένα άτομο,
εκείνη που τον πήρε τηλέφωνο αλλά ωστόσο αυτό ήταν που άξιζε πραγματικά. Κάθε
φορά να ταξιδεύεις και να κατορθώνεις να έχεις έστω έναν επιβάτη. Αυτό ήταν
επιτυχία! Τη καθοδήγησε για το πού να στραφεί για τις προετοιμασίες των σπουδών
της και τη βεβαίωσε πως ότι χρειαστεί στο μέλλον θα είναι πάντα πρόθυμος να τη
βοηθήσει.
Η Νιόβη αποφασιστικά επέστρεψε στο σπίτι της, περιμένοντας
τον πατέρα της.
Με το που μπήκε εκείνος στο σπίτι, φώναξε και τη μητέρα της στο
σαλόνι και ζήτησε να τους μιλήσει.
‘’Πρώτον, δεν θα γίνω ούτε μοντέλο, ούτε δικηγόρος. Ούτε
πρόκειται να πάρω κάποιο γαμπρό που προορίζεις για μένα μπαμπά, και που συγκρίνοντας
τον με σένα βρίσκω ένα σωρό ομοιότητες’’.
‘’Τι σημαίνει αυτό;’’ Ρώτησε ο πατέρας της έντονα.
‘’Σημαίνει πως μεγάλωσα πιστεύοντας πως ζω την ιδανική ζωή
σε μια υπέροχη οικογένεια. Και ανακάλυψα πως ο πατέρας μου ζει στην αφρόκρεμα, όπως
το επιβάλει η τάξη του και η επαγγελματική του επιτυχία, αλλά έχει και κρυφή
ζωή με πεταχτές νεαρές που δεν διστάζει να τις κυκλοφορεί αδιαφορώντας αν θα
τον δουν. Η μητέρα μου κάνει όλη της τη ζωή αγώνα να δείχνει νέα και κανένας
από τους γονείς μου δεν έχει καταλάβει πως όσο και να κοπιάσουν για να δείξουν
πως ακόμα έχουν απήχηση ερωτική στο άλλο φύλλο, είναι δύο μεσήλικες που ο
χρόνος δεν τους έχει φέρει σοφία μα απλά ρυτίδες.’’
‘’Ευτυχώς φέτος κάποιος με γνώση μου άνοιξε τα μάτια, και
μου φώτισε τον δρόμο. Αρχίζω προετοιμασία για να γίνω γιατρός. Θέλω να βοηθήσω
κόσμο και να γίνω άτομο που πραγματικά προσφέρει στο σύνολο και δεν πιάνει
σκόνη πάνω σε πουπουλένια μαξιλάρια. Αυτά είχα να σας πω και είμαι αμετακίνητη’’.
Δεν έμαθε αν οι γονείς της κουβέντιασαν μεταξύ τους, ούτε αν
πληγώθηκαν, ή φιλοτιμήθηκαν ή θίχτηκαν. Δεν της είπαν τίποτα μόνο την άφησαν
ήσυχη να κάνει αυτό που αποφάσισε.
Η Νιόβη μπήκε στην ιατρική και μάλιστα τελείωσε με άριστα. Πήρε
ειδικότητα στην χειρουργική και στον καρκίνο που μαστίζει τα παιδιά. Τώρα κάνει
την πρακτική της ευτυχισμένη για την προσφορά της σε πλάσματα που την χρειάζονται.
Δεν έχασε επαφή με τον καθηγητή της, που την καμαρώνει ακόμα, ούτε διέφυγε της προσοχής
της η θλιμμένη περηφάνια που αντικρίζει στα μάτια των γονιών της όταν την
κοιτάζουν.
Ήδη ο σύντροφος της που ζει μαζί του, γιατρός επίσης της χαρίζει
την αγάπη του, κάνοντας την ευτυχισμένη, έχοντας κοινούς στόχους! Την προσφορά
στον άνθρωπο!
Όπου μπορεί, διδάσκει πάντα όσα έμαθε για τις αξίες τις πραγματικές.
Γιατί ποτέ δεν ξεχνά!
Και ένας να γίνει συνεπιβάτης σου, είναι πραγματική
επιτυχία!
Αφιερωμένο στην καθηγήτρια μου, που δεν βρίσκεται πλέον στην ζωή, και που στην τρίτη λυκείου μας είχε παρακινήσει με την προσωπική συνδρομή της σε εξωσχολικές δραστηριότητες, σε επισκέψεις σε όλα τα μουσεία της Αθήνας, και σε συμμετοχή μας σε εορταστική εκδήλωση του ΠΙΚΠΑ, για τα ορφανά παιδιά. Όλες οι δραστηριότητες είναι ζωντανές στη μνήμη μου και πιστεύω πως άλλαξαν την οπτική μου μελλοντικά!
Αυτή ήταν η συμμετοχή μου στην Μίνι Σκυτάλη #2 που οργανώνω στο μπλογκ μου!