Μια ιστορία δημοσιευμένη στο
Κάθομαι
στο παράθυρο μου και κοιτάζω τον
έρημο δρόμο. Νοιώθω μια προσμονή μέσα
μου. Ξέρω ότι σε λίγο θα φανεί. Είναι η
ώρα του!
Ακούω από
μακριά τον θόρυβο της εξάτμισης.
Έρχεται...σκέφτομαι...Κοιτάζω με αδημονία
την στροφή του δρόμου. Και ξαφνικά, τον
βλέπω...
Έρχεται με
ταχύτητα και καταπίνει τον δρόμο άπληστα.
Δεν αργεί να περάσει μπροστά από το
παράθυρο μου. Ασυναίσθητα σηκώνω δειλά
το χέρι και τον χαιρετώ. Δεν νομίζω να
με είδε. Εξάλλου τόσο καιρό δεν δείχνει
να με βλέπει... Εγώ όμως τον βλέπω πάντα!
Νοιώθω κάτι έντονο να με τραβάει σε
αυτόν, παρότι δεν τον ξέρω καθόλου. Σε
ένα μέρος μικρό σαν το χωριό μας, όλοι
ξέρουμε τα πάντα για τους άλλους. Συχνά
τα συζητάμε, γι'αυτόν δεν έχουμε μάθει
όμως τίποτα. Κανείς δεν μπόρεσε να σπάσει
το κέλυφος που τον καλύπτει. Κάνω σκέψεις
γι'αυτόν αλλά τις κρατάω μυστικές από
όλους, το ίδιο και τους πόθους μου. Δεν
είναι από τα μέρη μας. Ήρθε έξι μήνες
πριν και νοίκιασε ένα σπίτι. Ζωγραφίζει
και είναι κλεισμένος στον εαυτό του.
Δεν μιλάει με πολλούς πέρα από τα τυπικά,
αλλά έξι μήνες τώρα, κάθε μέρα, την ίδια
ώρα καβαλάει τη μοτοσυκλέτα του και
ξεχύνεται στον έρημο δρόμο. Μου αρέσει
τόσο! Και τι δε θάδινα για μια λέξη
του,... για μια ματιά του έστω.... Η γυναίκα
του δάσκαλου , που είναι και φίλη μου,
είπε μια μέρα ότι κάποια ερωτική
απογοήτευση θα τον έφερε στα μέρη μας.
Κάναμε κάποιες εικασίες, για το τι
είδους γυναίκα θα πρόδιδε έναν τόσο
τέλειο άντρα, και μέσα μου ένοιωσα
τρυφερότητα για την ραγισμένη καρδιά
του. Ήδη είχα αποφανθεί ότι πρέπει να
ήταν ευαίσθητος και προδομένος, αλλιώς
γιατί να ήταν τόσο μόνος; Αυτός είναι
άντρας σκέφτηκα, όχι σαν τον Χρήστο.
Καλό παιδί δε λέω, και νοικοκύρης,
εργατικός όπως λένε όλοι. Και επιπλέον
με θέλει.. Αλλά είναι ένα απλό παιδί του
χωριού. Ενώ αυτός.... Αχ!!....
Τα χιλιόμετρα
περνούσαν το ένα μετά το άλλο. Τίποτα
δεν ακουγόταν παρά μόνο ο θόρυβος της
μηχανής και των φρένων όπως έπαιρνε τις
στροφές. Εδώ και έξι μήνες κάθε απόγευμα,
ανέβαινε σε αυτήν τη μηχανή, φορούσε το
κράνος του και ξεχυνόταν στο δρόμο που
οδηγούσε στο μεγάλο βράχο. Εκεί κατέβαινε,
άναβε τσιγάρο και καθόταν να αγναντέψει
τον ορίζοντα, με βαριά καρδιά και βαριές
σκέψεις. Κάθε μέρα το ίδιο. Ήρθε σε αυτό
το μέρος, για να ξεχάσει και να τον
ξεχάσουν. Το δεύτερο ήταν το ευκολότερο.
Δεν του άξιζε να τον θυμούνται... Γιατί
να ξεχάσει εκείνος, ήταν τόσο δύσκολο!
Κάθε πρωί ζωγράφιζε σαν τρελός, αλλά
εδώ και αρκετό καιρό δεν μπορούσε να
καταλαγιάσει την οργή που ένοιωθε μέσα
του, και την απέραντη αηδία του για την
καταστροφή εκείνης... για τον εαυτό του
που.....Έξι μήνες και ο πόνος δεν είχε
μειωθεί στο ελάχιστο! Τώρα τελευταία
του περνούσαν και παράξενες σκέψεις
από το μυαλό. Είχε αρχίσει να τον απασχολεί
αυτη η Υπέρτατη Δύναμη που λέγεται Θεός.
Γέλασε μόνος του με αυτή τη σκέψη...
Πραγματικά ήταν για γέλια, αν πάρεις
υπόψη σου πόσο κορόιδευε στο παρελθόν
τα πάντα τα περί θρησκείας, πίστης και
γενικά ό,τι θεϊκό. Θεϊκή θεωρούσε μόνο
τη τέχνη του, σαν τον ένα και μοναδικό
τρόπο έκφρασης που άξιζε πραγματικά.
Στο μυαλό του έρχονταν ξανά και ξανά τα
γεγονότα που συνέβησαν έξι μήνες πριν.
Η μια εικόνα διαδεχόταν την άλλη
καθημερινά και με μαθηματική ακρίβεια.
Αν δεν ήταν τόσο φιλόδοξος.... Αν δεν ήταν
τόσο εγωιστής..... Αν δεν το έριχνε στο
ποτό με την πρώτη απογοήτευση.... Αν
...Αν....
Η αλήθεια
ήταν μία! Αν δεν ήταν τόσο, μα τόσο,..
δειλός......Ναι! Ήταν ένας δειλός.... Είχε
τη ζωγραφική του και θεωρούσε ότι τίποτα
δεν είχε σημασία, πέρα από το ταλέντο
του. Περίμενε να κάνει την πρώτη του
έκθεση. Κάποιος με μια μικρή γκαλερί
του είχε υποσχεθεί γι'αυτό.
Ήταν τόσο
σίγουρος, ότι μόλις ο κόσμος έβλεπε τους
πίνακες του, θα γινόταν γρήγορα διάσημος!
Ήταν τόσο σίγουρος, για την αποδοχή του
κόσμου. Και τίποτα άλλο δεν σκεφτόταν,
ούτε αυτή την δόλια τη Κατερίνα, που
περίμενε υπομονετικά μια γλυκιά του
λέξη, μια στιγμή, που θα της αφιέρωνε
κάθε του σκέψη και ματιά. Την Κατερίνα
που τον λάτρευε, τον ενθάρρυνε πάντα,
και που αποτελούσε τον καταλύτη ανάμεσα
σε αυτόν και την αρνητικότητα του πατέρα
του. Ο πατέρας του ποτέ δεν πίστευε στη
τέχνη του.
Και ήρθε η
ημέρα της έκθεσης, που τόσο περίμενε...Όμως
το αποτέλεσμα έκανε τη σιγουριά του
συντρίμια..Πλήρης αδιαφορία για τους
πίνακες του.. Και κάποιες κριτικές
μίλησαν για μέτριο ταλέντο και μέτρια
τεχνική...Κι αντί να δει την
πραγματικότητα...θεώρησε ότι όλοι τον
αντιπαλεύονταν.
Ναι! Γιατί
να το κρύψει πια; Από τον θιγμένο εγωισμό
του που αρνιόταν να παραδεχθεί την ήττα,
ξέσπαγε σε όσους τον αγαπούσαν, και
γύρεψε στο ποτό, την παρηγοριά που έπρεπε
να αναζητήσει στην αγκαλιά της μοναδικής
γυναίκας, που θυσίαζε τα πάντα για χάρη
του. Τη γυναίκα που περίμενε υπομονετικά,
να έρθει η σειρά της στη σκέψη του και
στα αισθήματα του!!
Κι έπειτα,
στον καβγά που έγινε, εκείνος μεθυσμένος
ξανά, της είπε λόγια βαριά. Κι όταν
σηκώθηκε να φύγει με τη μηχανή, πάλι
αυτή έτρεξε και επέμεινε να μην τον
αφήσει μόνο του. Δεν έπρεπε να της
επιτρέψει να ανέβει στη μηχανή μαζί
του... Ύστερα, μια στροφή, ένας λάθος
χειρισμός, τα αντανακλαστικά ανύπαρκτα
από το ποτό....και το κακό έγινε! Και μήπως
αυτός,.. ο μοναδικός υπαίτιος,... έπαθε
τίποτα;... Αμυχές!....Εκείνη όμως;... Δεν
κατόρθωσαν να της σώσουν το μάτι...Και
η υπέροχη ομορφιά της χάθηκε...Αυτή η
ομορφιά που τον είχε τραβήξει κοντά
της...
Θυμήθηκε
όταν μπήκε στο δωμάτιο του νοσοκομείου,
το χλωμό τραυματισμένο της πρόσωπο, με
το καλυμμένο μάτι, τον ανατρίχιασε. Τον
έπιασε τάση φυγής, και χωρίς κουβέντα
το έβαλε στα πόδια...
-Περίμενε
μια κουβέντα μου, ένα χαμόγελο, μια
συγγνώμη... Εγώ δεν άντεξα...Πήρα τη μηχανή
κι έφυγα...Κι ακόμα φεύγω....Ένας
δειλός....αυτό είμαι ...δειλός και
άχρηστος....
Άκουσε για
πρώτη φορά τη φωνή του να λέει δυνατά,
στην ερημιά γύρω του, το όνομα της ερημιάς
μέσα του. Δειλία...., αυτή που τον εμπόδισε
να σταθεί δίπλα σε εκείνη που αγαπούσε.
Δειλία...αυτή που τον εμπόδισε να χειριστεί
την ήττα του!!
Αλαζονεία....
που πίστευε ότι ο εαυτός του ήταν ανώτερος
από τους άλλους!
Τώρα που
στεκόταν νηφάλιος και μηδαμινός μπροστά
στην απεραντοσύνη, η ομίχλη καθάριζε
και άρχισε να καταλαβαίνει.., να νοιώθει..,
ότι τον τράβηξε η εξωτερική ομορφιά
της Κατερίνας, αλλά ο εσωτετικός της
πλούτος, ήταν αυτός που τον κατέκτησε
πραγματικά. Αυτή η μοναδικότητα της
πραγματικής αγάπης, που ξέρει μόνο να
δίνει και να περιμένει. Ο εγωισμός του
όμως τον εμπόδισε να αντιληφθεί, ότι
ζούσε τριγυρισμένος από αγάπη, που
πρώτα την ποδοπάτησε και μετά την
εγκατέλειψε...
Κάτι έπρεπε
να κάνει....Δεν αξίζει μια ζωή
τέτοια...σκέφτηκε..
Ο άνθρωπος
δείχνει τον χαρακτήρα του στις δυσκολίες!
Κι εκείνος τι έδειξε ότι ήταν.... Ένας
δειλός, αχάριστος, ατομιστής..Μισώντας
όλο και πιο πολύ τον εαυτό του, μεγάλωνε
η αγάπη του για το ψυχικό μεγαλείο της
Κατερίνας! Και για να τον αγαπήσει εκείνη
κάτι καλό θα πρέπει να υπήρχε μέσα του...
Έπρεπε να
γυρίσει...Έπρεπε να ταπεινώσει τον εαυτό
του μπροστά της...να κλάψει...να της
εκφράσει την αγάπη του και να ζητήσει
τη συγγνώμη της! Την είχε τόσο ανάγκη!!
Έμεινε εκεί
να κοιτάζει τον ήλιο που άρχιζε να
ανατέλλει. Στο πρώτο φως, όλα του φάνηκαν
πιο όμορφα, πιο γαλήνια και πιο
ελπιδοφόρα... Ναι! Η καινούργια μέρα του
φώτισε μέσα του την ανάγκη για καινούργια
σελίδα...Φτάνει πια!!! Ακόμα και γονατιστός
θα της ζητήσω να με δεχτεί κοντά της και
να με συγχωρήσει!! Θα της δείχνω κάθε
μέρα την αγάπη μου χωρίς σταματημό.
Χωρίς να
χάνει πια καθόλου χρόνο, ανέβηκε στη
μηχανή και πήρε το δρόμο της επιστροφής
προς εκείνη, ελπίζοντας να μην είναι
αργά. Κι έτσι όμως να ήταν, θα πάλευε. Γι
αυτην και για τον εαυτό του θα άξιζε να
παλέψει, για να ξανακερδίσει την θέση
του δίπλα της!
Ανέβηκε
στη μηχανή και πήρε το δρόμο προς την
εξιλέωση, και την αληθινή αγάπη,
αποφασισμένος, να αγκαλιάσει την Κατερίνα
και τη ζωή σφιχτά. Να αγκαλιάσει την
ευτυχία!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου