Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2015

Χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις!!

Όταν πλησιάζουν γιορτές, πάντα η διάθεση μου αλλάζει. Η ελπίδα έρχεται και μου χτυπά ξανά τη πόρτα. Η αδημονία του καινούργιου βρίσκεται σε μια γωνιά και μου γλυκαίνει τη ψυχή.
Όσο βρίσκομαι κάτω από τον πυρετό των ετοιμασιών,... να καθαρίσω το σπίτι, να στρώσω χαλιά, να στολίσω,.. το μυαλό είναι κενό. Έχω ζήσει μέχρι σήμερα αρκετά Χριστούγεννα.  Άλλα καλά και άλλα μέτρια. Κάποια στενάχωρα και άσχημα τα σπρώχνω στη λήθη για να ''ξορκίσω τη γρουσουζιά''. Φέτος, αποφασισμένη να διώξω τις κακές εικόνες που λίγο-πολύ όλοι μας βιώνουμε, στρώθηκα στη δουλειά με πείσμα και επιμονή.
Δε θέλω να σκύβω το κεφάλι. Με ρίχνει ψυχολογικά. Και μια ψυχική ανάταση τη χρειαζόμαστε όλοι. Το βραδάκι όμως που κάθομαι να ξεκουραστώ, οι αναμνήσεις πρωτοστατούν και με πηγαίνουν σε άλλες εποχές, προηγούμενες. Μία από αυτές με έκανε να γελάω μόνη μου για ώρα.


Το επόμενο βράδυ, μαζευτήκαμε με τις αδελφές μου δίπλα στο δέντρο. Και ενόσω μιλούσαμε, μου έρχεται ξαφνικά και τους λέω:
-Θυμάστε,...μια χρονιά...όταν ήμασταν μικρούλες, που στο σχολείο μας μάθαιναν για τα φυτά; Εκείνες αμέσως μου απάντησαν θετικά αφού όλες θυμόμασταν πολύ καθαρά αυτό που θα σας πω παρακάτω.

Όπως πολλοί το έχουμε κάνει, είχαμε βάλει φακές αρχικά σε ένα κουτί και είχαν βγάλει φυλλαράκια, και τα φροντίζαμε και καμαρώναμε όλοι τα βλαστάρια που μεγάλωναν με τις δικές μας ενέργειες, λες και ήταν τα μωρά μας.
Εγώ είχα επιλέξει να φυτέψω φασόλια σε μπαμπάκι. Τα είχα βάλει σε ένα πλαστικό κουτί, είχα στρώσει το μπαμπάκι καλά, και ανάμεσα τους είχα βάλει τα φασόλια. Πάντα φρόντιζα το μπαμπάκι να είναι υγρό. Πολύ γρήγορα βλάστησαν και άρχισαν να αναπτύσσονται.

Τα σχολεία δεν είχαν κλείσει θυμάμαι για τις γιορτές ακόμα, κι εμείς μετρούσαμε τις μέρες που θα καθόμασταν ξέγνοιαστα, θα παίζαμε, θα βλέπαμε τηλεόραση ελεύθερα, μια και οι γονείς μας, μας την απαγόρευαν όταν είχαμε μαθήματα, θα τρώγαμε γλυκάκια, και θα παίρναμε τα δώρα που θα έφερνε ο Άγιος Βασίλης.
Τα φασόλια τα είχα βάλει στο ραφάκι κάτω από την τηλεόραση, και όχι στο δωμάτιο μας ή στην κουζίνα, γιατί φοβόμουν μήπως μου τα πειράξει κανείς και μου τα χαλάσει.
Η τελευταία μέρα έφτασε και εμείς πετάξαμε στη ντουλάπα τις τσάντες για σχεδόν δεκαπέντε ημέρες.
Το βραδάκι καθίσαμε και οι τρεις να δούμε τις σειρές που έπαιζε τότε η τηλεόραση.
Παρότι μικρές στην ηλικία, μας άρεσε να βλέπουμε όλες τις σειρές τις ξένες, και να τις κουβεντιάζουμε μετά.
Έπαιζε τότε η τηλεόραση μια ασπρόμαυρη σειρά, μιλάμε για την εποχή του ''Φυγά'', του αυθεντικού, που παιζόταν σε συνέχειες,   κάποια που δεν θυμάμαι τον τίτλο της, αλλά η ιστορία είχε να κάνει με εξωγήινους. Οι εξωγήινοι είχαν έρθει στη γη, και με ανθρώπινη μορφή, προσπαθούσαν να εξαπλώσουν το είδος τους και να καταλάβουν τον πλανήτη. Το χαρακτηριστικό αναγνώρισης τους θυμάμαι, ήταν το μικρό δαχτυλάκι του χεριού, που δεν λύγιζε αλλά έμενε τεντωμένο.
Πάντως ο πρωταγωνιστής από εκεί τους αναγνώριζε και τους εξολόθρευε.
Εκείνο το βράδυ, με αγωνία η μία δίπλα στην άλλη, κρατιόμασταν από τα χέρια και περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει. Βλέπουμε λοιπόν ένα μυστήριο τύπο, με μια βαλίτσα, να μπαίνει σε μια αποθήκη.
Κρατώντας την ανάσα μας, παρακολουθούμε να ανοίγει τη βαλίτσα και μέσα τι υπήρχε λέτε;...
Φασόλια!..Μάλιστα!.. μεγαλούτσικα φασόλια που τα φύτεψε σε γλάστρες και θα μεγάλωναν και θα έπαιρναν την ανθρώπινη μορφή. Έτσι εξαπλώνονταν οι εξωγήινοι στη γη..
Μεγάλη αγωνία μας έπιασε, αλλά το επεισόδιο τελείωσε και εμείς περιμέναμε την επόμενη συνέχεια με αδημονία. 
Η μητέρα μας, μας είπε να πάμε στα κρεβάτια μας, κι εμείς ετοιμαστήκαμε να πέσουμε για ύπνο.
Όταν πλέον είχαμε ξαπλώσει και οι τρεις, θυμήθηκα ότι δεν είχα ρίξει νερό στα φασόλια μου.
Σηκώθηκα και πήγα στη κουζίνα και γέμισα ένα ποτηράκι νερό.
Όπως πλησίαζα τα φυτούλια μου, μέσα στο ημίφως από το φωτάκι που άφηνε πάντα η μητέρα μου αναμμένο, είδα τα φασόλια που είχαν ανασηκώσει το μπαμπάκι, και ένοιωσα ξαφνικά να με λούζει κρύος ιδρώτας.

Έτρεξα για βοήθεια στις αδελφές μου, κι εκείνες πετάχτηκαν από τα κρεβάτια τους, και στάθηκαν μαζί μου στην πόρτα. Κουρνιασμένες η μία δίπλα στην άλλη, βλέπαμε τρέμοντας τα φασόλια και το ανασηκωμένο μπαμπάκι, και τα μυαλουδάκια μας είχαν δώσει ήδη τη μορφή του εξωγήινου σε κάθε ένα τους. Η κάθε μία από εμάς, παρότρυνε την άλλη να δείξει θάρρος, μέχρι που οι αδελφές μου πρόσεξαν ότι το μικρό δαχτυλάκι του χεριού μου που κρατούσε το ποτηράκι, ήταν τεντωμένο.
Αμέσως έμπηξαν τις φωνές και κοιτώντας με ύποπτα, απομακρύνθηκαν λίγο από μένα.
Οι γονείς μας ξύπνησαν, τα φώτα άναψαν, το λογύδριο για το ότι τέρμα δεν ξαναβλέπουμε σειρές που δεν είναι για παιδιά το ξανακούσαμε, η εξωγήινη έγινε ξανά γήινη αδελφή, και τα φασόλια πήραν ξανά τη μορφή τους.
Με μεγάλη προσπάθεια θυμάμαι και με ένα σωρό υποσχέσεις ότι δεν θα το ξανακάνουμε μας άφησαν να ξαναδούμε στην τηλεόραση τις σειρές που παίζονταν
Από τότε όμως η ανάμνηση της βραδιάς, μας φέρνει έως και σήμερα γέλια και δάκρυα στα μάτια. Δεν θυμόμαστε τον τίτλο, δεν θυμόμαστε πώς τελείωσε, αλλά δεν ξεχάσαμε ποτέ το επεισόδιο με τη βαλίτσα με τα φασόλια και το φύτεμα στην αποθήκη.
Κάτι τέτοια παιδικά παθήματα, σε δένουν με όμορφα παιδικά χρόνια, παιδική αφέλεια, και ξεκαρδιστικά αγαπημένα επεισόδια. 
Και αλήθεια, ...τα θυμάμαι πάντα με γλύκα, μου φτιάχνουν πάντα τη διάθεση, και δεν τα αλλάζω με τίποτα!!