Ήμουν παιδί
και έτρεχα μ’ αδημονία τριγύρω
Μικρή όλοι
με έλεγαν και πείσμωνε η καρδιά μου
Με το μυαλό
μου βίαζα τον άπονο τον χρόνο
να μεγαλώσω
δίψαγα να ακουστεί η φωνή μου.
Όσο τα
χρόνια πέρναγαν εχόρταινα παιχνίδι
Τον ήλιο τον
γευόμουνα και τ’ άστρα τα μετρούσα
Τα
κατακτούσα νοερά πατούσα πανωθέ τους.
Και άλλα
χρόνια πέρασαν και έμαθα τα πρέπει
Τα θέλω
λιγοστέψανε γι’ αυτό κρατούσα ινάτι.
Και πάλι
ονειρευόμουνα πως σα θα μεγαλώσω
Θα γίνω
πνεύμα ελεύθερο και θα κατατροπώσω
όσους μου
δίνουν εντολές μου κόβουν την ορμή μου.
Οι ώρες
μέρες γίνονταν κι οι μέρες μήνες, χρόνια
ξάφνου
μεγάλη ήμουνα προτού το νοιώσω ακόμα.
Τα πρέπει
όμως βάραιναν πιότερο τη ζωή μου
Τόσο
πολύ, που τώρα πια ξεχνούσα να κακιώσω
Δεν
πρόφταινα πια να σκεφτώ το πρέπει, αν είν’ και θέλω
ωστόσο
πορευόμουνα όπως και τόσοι άλλοι.
Μια μέρα
επαναστάτησα και είπα πλέον φτάνει
Τα πρέπει με
κουράσανε γι’ αυτό και θα τ’ αλλάξω.
Και μόλις το
αποφάσισα βγήκε μπροστά μου ολόρθος
ο φτερωτός ο
άγγελος με τόξο και φαρέτρα.
Το βέλος του
με πέτυχε και έκανα τη σκέψη
πως δύο
είναι καλύτερα να πορευτούν στη ζήση.
Γρήγορα οι
δύο γίναν τρεις και ακόμα ένας ήρθε
και η αγάπη
ξέχειλη εύφραινε την καρδιά μου.
Ποτέ δεν το
κατάλαβα πως βρέθηκα να δίνω
τις
συμβουλές πλέον εγώ κι άλλοι να μου κακιώνουν.
Μα αυτό
ακριβώς κάνει η ζωή, μικρούς, μεγάλους κύκλους
που κάποτε
οι ακτίνες του πονάνε και αγκυλώνουν
Κι εσύ πάνω στις ράγες σου φτιάχνεις το
πρόγραμμα σου
Και κάνεις
δρομολόγια, με κάποιες μόνο στάσεις
Κι όταν
διαλέγεις τους σταθμούς παρακαλάς να μοιάζουν
λιγάκι με τα θέλω σου. Αλλιώς… απλά κινείσαι
χωρίς να
παύεις στη ζωή συγχρόνως και να ελπίζεις.
.........................@@@@@@@@@@@@@@@@........................
Άλλο ένα ποίημα εκτός συναγωνισμού αφιερωμένο στο Συμπόσιο Ποίησης της Αριστέας.
''Συγχωρέστε με'' δεν ξέρω τι έχω πάθει αυτό το διάστημα. Σκέφτομαι ποιητικά όπως φαίνεται.