Το παρόν …πωλείται!
|
pixabay |
Η καθημερινή της βόλτα είχε
προορισμό το μεγάλο σπίτι στο τέλος της πόλης.
Χρόνια η αυλόπορτα έχασκε
ανοικτή, από τότε που πέθανε και ο τελευταίος του ιδιοκτήτης.
Όμως της άρεσε
αυτό το σπίτι. Της άρεσε που είχε τη σφραγίδα του πλούτου και της άνεσης.
Αριστερά και δεξιά από τα σκαλιά της εισόδου δύο λέοντες στέκονταν παραστάτες του σπιτιού. Της άρεσε το λευκό
μεγαλοπρεπές του χρώμα, και το βλέμμα της το έβλεπε ακόμα στις μέρες της δόξας του.
Στην πραγματικότητα δεν την ενδιέφερε αυτό καθαυτό το σπίτι.
Στην πραγματικότητα ήταν ο πλούτος που ονειρευόταν να αποκτήσει με κάθε τρόπο,
και η ζωή που ήθελε να ζήσει.
Μέχρι τώρα είχε γνωρίσει τη μια πλευρά του νομίσματος. Την φτώχια. Αλλά εκείνη ένοιωθε πως ήταν
φτιαγμένη για κάτι άλλο, κι όχι για να χαθεί στην αφάνεια και στην στέρηση. Η
μοναδική της φίλη, που η φιλία τους ξεκινούσε
από όταν γνωρίστηκαν στην πρώτη τάξη του σχολείου, ήταν κι εκείνη φτωχή αλλά
εξοικειωμένη με τη μοίρα της. Ήταν ερωτευμένη με έναν νεαρό μηχανικό
αυτοκινήτων.
Περπατούσε στην μέση του έρημου δρόμου, απορροφημένη από τις
σκέψεις της. Ο στριγκός ήχος φρένων και
ένα μικρό χτύπημα που ένιωσε την επανέφερε στην πραγματικότητα πολύ δυσάρεστα.
Από το αυτοκίνητο που παρουσιάστηκε ξαφνικά από την στροφή του δρόμου, κατέβηκε
ένας σοφέρ με στολή, για να τη βοηθήσει. Ευτυχώς το χτύπημα ήταν ελαφρύ και αφέθηκε
να την μεταφέρουν στο ιατρείο για σιγουριά. Τα πάντα μύριζαν πολυτέλεια και ο
μοναδικός επιβάτης, ένας καλοντυμένος εξηνταπεντάχρονος άνδρας, της ζήτησε ευγενικά συγγνώμη και τη
ρώτησε πώς νοιώθει. Το φόρεμα της είχε
σκιστεί με αποτέλεσμα να φαίνεται ο καλλίγραμμος νεανικός της μηρός. Δεν έκανε
καμία κίνηση να στρώσει το ύφασμα. Δεν την απασχολούσε καν να φανεί αξιοπρεπής.
Μέσα στη ζαλάδα της είχε ήδη γοητευθεί από την πολυτέλεια του αυτοκινήτου.
Αφού ήταν καλά επέστρεψε στο σπίτι της. Το ίδιο απόγευμα
παρέλαβε ένα πακέτο με ένα φόρεμα τελευταία λέξη της μόδας και με την κάρτα με
τα στοιχεία του αποστολέα.
Πολύ γρήγορα ήρθε σε επαφή με τον ηλικιωμένο άντρα για να
τον ευχαριστήσει και αποδέχθηκε την πρόσκληση του σε δείπνο.
Ο καιρός κύλησε
και πλέον ο γέρος που είχε την ηλικία του πατέρα της είχε γίνει ο μόνιμος
συνοδός της. Ελεύθερος και πλούσιος γρήγορα κατάλαβε την αγάπη της νεαρής
κοπέλας για την άνεση. Κι εκείνος γοητευόταν να έχει μια εικοσάχρονη συνοδό και
γιατί όχι και γυναίκα.
Όταν τη ζήτησε από τους δικούς της σε γάμο, εκείνοι δεν
μπόρεσαν να αντισταθούν στην αποφασιστικότητα της να ζήσει στον πλούτο κι ας
ήταν άντρας της ένας σαράντα πέντε χρόνια μεγαλύτερος στη δύση του.
Όλα πωλούνται
σε αυτήν την ζωή κι εκείνη διέθετε την ομορφιά και τα νιάτα της που τα πουλούσε
στην καλύτερη τιμή. Ο γάμος έγινε γρήγορα, και ο δρόμος για την άνεση άνοιξε
μπροστά της.
Τα ειρωνικά βλέμματα τα μετέφρασε σε φθόνο. Και όσοι της μίλησαν
για αξιοπρέπεια και για έρωτα, τους κούνησε σε χαιρετισμό ένα χέρι που φορούσε
ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι χωρίς να κοιτάει αυτούς αλλά το χέρι της.
Πράγματι
είχε πετύχει καλή τιμή. Θα άντεχε!
Αυτή ήταν η συμμετοχή στο ''Παίζοντας με τις λέξεις'' της
Memaria . Ευχαριστώ για την φιλοξενία και για την συμμετοχή! Καλό μήνα και Καλό Πάσχα!